Sunday 12 October 2014

Τι είναι η γκανιότα;

Ένας από τους τρόπους που εξασφαλίζει σίγουρο και μακροχρόνιο κέρδος ο bookmaker είναι η γκανιότα.

Γκανιότα είναι το ποσοστό κέρδους, η προμήθεια δηλαδή που θα έχει ο διοργανωτής από το συγκεκριμένο παιχνίδι. Ας πάρουμε για παράδειγμα τις αποδόσεις ενός αγώνα για παράδειγμα του Λίβερπουλ-Γουίγκαν.

ΑΠΟΔΟΣΗ 1: 1.70
ΑΠΟΔΟΣΗ Χ: 3.20
ΑΠΟΔΟΣΗ 2: 4.00

Η γκανιότα του συγκεκριμένου (αλλά και κάθε) αγώνα υπολογίζεται από τον τύπο: 1 - 1/[(1/ΑΠ1)+(1/ΑΠΧ)+(1/ΑΠ2)]

Όπου ΑΠ1 η απόδοση του άσου, ΑΠ2 του διπλού και ΑΠΧ η απόδοση της ισοπαλίας. Για το συγκεκριμένο παιχνίδι λοιπόν, προκύπτει πως η γκανιότα είναι 13%. Αυτό σημαίνει πως οι αποδόσεις που προσφέρονται στο παιχνίδι αυτό είναι μειωμένες κατά 13% από τις «δίκαιες» αποδόσεις που θα έπρεπε να έχουν δοθεί. Αυτό βέβαια ισχύει στην περίπτωση που το παιχνίδι μπορεί να παιχτεί μονό, κάτι που στον ΟΠΑΠ τη δεδομένη στιγμή δε γίνεται. Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι το παιχνίδι μπαίνει σε τριάδα, τότε η συνολική γκανιότα του δελτίου μας μπορεί να φτάσει ή να ξεπεράσει ακόμη και το 40%. Να γιατί κάποιος που παίζει τριάδες (και άνω) δε μπορεί να κερδίσει μακροχρόνια στο στοίχημα.
Όπως καταλαβαίνετε το μακροχρόνιο κέρδος του bookmaker είναι εξασφαλισμένο. Βέβαια, ο bookmaker δεν ποντάρει στην γκανιότα για να εξασφαλίσει το κέρδος του. Του αρκεί να χαλάσουν ένα ή δυο μεγάλα φαβορί κάθε Σαββατοκύριακο, αυτά δηλαδή τα σημεία που παίζει η μεγάλη μάζα των παικτών.

Η διαφορά της γκανιότας στο αθλητικό στοίχημα με τη γκανιότα σε ένα άλλο τυχερό παιχνίδι όπως η ρουλέτα, είναι τεράστια. Στη ρουλέτα, για παράδειγμα, η γκανιότα είναι απαγορευτική και αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο για όσους θέλουν να κερδίσουν κάτι από αυτό το παιχνίδι (μακροχρόνια). Εκεί, οι πιθανότητες είναι συγκεκριμένες και εξ’ αρχής καθορισμένες, στο στοίχημα όμως ποιος καθορίζει τις πιθανότητες (αποδόσεις); Αυτός είναι και ο λόγος που πολλοί παίκτες του στοιχήματος ενώ ξέρουν πως παίζουν με αντίπαλο τη γκανιότα, προσπαθούν να εντοπίσουν το ενδεχόμενο “λάθος” του bookmaker στις αποδόσεις που προσφέρει και να το εκμεταλλευτούν. Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως “εξαφανίζει” τη γκανιότα: Ποντάρει σε ένα σημείο που έχει απόδοση (πιθανότητα) μεγαλύτερη από αυτή που ο ίδιος εκτιμά. Εκεί, δε τον ενδιαφέρει η γκανιότα, αν και με χαμηλότερη γκανιότα θα είχε μεγαλύτερη απόδοση στο ίδιο σημείο, αλλά ανεξάρτητα από αυτό, ο ίδιος εντόπισε αξία (value) και είναι αποφασισμένος να ποντάρει στην απόδοση.

Είναι πάντως γεγονός ότι όσο περισσότερες είναι οι εκδοχές ενός στοιχήματος (για παράδειγμα υπάρχουν 24 διαφορετικές εκδοχές για το ακριβές σκορ ενός αγώνα) τόσο μεγαλύτερη είναι και η γκανιότα. Στο συγκεκριμένο στοίχημα, η γκανιότα μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και το 60%, κάτι που εξηγεί τη δυσκολία του συγκεκριμένου είδος στοιχήματος. Και το αντίθετο, σε μια επιλογή για παράδειγμα under/over 2.5, η γκανιότα είναι πολύ μικρότερη (πολλές φορές και μικρότερη από 10%).

Γι’ αυτό και οι παίκτες που προσπαθούν να εξαλείψουν -όσο περισσότερο γίνεται- την επίδραση της γκανιότας στο παιχνίδι τους, επιλέγουν στοιχήματα με δυο πιθανές εκδοχές, όπως το under/over που προαναφέρθηκε, στοιχήματα πρόκρισης ή το ασιατικό πλεονέκτημα (εξαλείφεται η ισοπαλία και η γκανιότα πέφτει περίπου στο 6%).